Φάνης Ξουργιάς ~ “Γυρεύοντας απάντηση”
~ Φάνης Ξουργιάς
ΓΥΡΕΥΟΝΤΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
ΑΡΑΓΕ ΠΟΙΑ ΝΑ ’ΝΑΙ Η ΕΡΩΤΗΣΗ;
“Απορία” “Διεργασία” & “Απάντηση”
Απορία
Απορώ και προσπαθώ να βρω τις κάποιες -τις πρώτες, εύκολες ίσως- απαντήσεις.
Τι θα θρηνήσουμε
Τι θα θρηνήσουμε μακρυά στους ελαιώνες;
Κάτω απ’ του σύγνεφου το βλέμμα,
πάνω στο κράτημα της γης και την βαριεστημένη πνοή του αγέρα;
Δεν μπορεί να είναι ο άνθρωπος.
Δεν μπορεί να παρακούσει την φύση του και να ριχτεί θύμα στην επιθυμία μας.
Ίσως νάναι η ζωή μας.
Μα όχι και πάλι όχι.
Για να ζούμε υπάρχουμε, για να βλέπουμε το πόδι μας να πατά μπροστά,
στο στέρεο το δημιούργημα το δικό μας και όχι στου μίσους και της αθλιότητας το βάθρο.
Τι τέλος πάντων να ριχτεί σπονδή στην τόση μας ύπαρξη;
Το μίσος και η κατάρα, η αθλιότητα και η υπερηφάνεια.
Το μίσος; Ναί.
Η κατάρα; Πως όχι;
Η αθλιότητα της υπερηφάνειας και του εαυτού μας η κρυφή σπονδή.
Όλα μαζί τα τοποθετήσαμε εκεί κάτω.
Μια αχτίδα του ήλιου καλούμε για να τα εξαφανίσει πιά από κοντά μας.
Να τα θέσει στο περιθώριο του σύμπαντος, βαθιά στον λήθαργο,
μακρυά απ’ τα όνειρα και τις προσδοκίες μας.
Να τι θα θρηνήσουμε.
Να τι θα διώξουμε για πάντα απ’ την θύμηση και την ζωή μας.
Τότε… η σκέψη μας αγνή, καθαρή -ναι και πάλι-
και η ίδια μας η ζωή θα’ναι βίωμα χαράς,
ανάμνηση αισιοδοξίας και μήνυμα ατέλειωτο,
σταλμένο για την τελείωση του καταπονημένου κορμιού μας.
Διεργασία
Χρησιμοποώ τις πρώτες εμπειρίες και προσπαθώ να φθάσω σ’ ένα τέρμα.
Θάνατος
Σταθμίζω τα βήματά μου.
Η κόψη – μα τέλος πάντων τι είναι αυτή και που ανήκει; –
μοιάζει να ξεφεύγει απ’ τον έλεγχό μου.
Δεν θέλω χίμαιρες και άγριους τριγμούς να μ’ ακολουθούν.
Τώρα βαδίζω στα όρια της φαντασίας,
της χαμένης ηδονής και της καλοσυνάτης αμαρτίας τους δρόμους.
Ζυγίζω ξανά τα βήματά μου.
Όχι. Σίγουρα δεν υπάρχει κούραση να σύρουν.
Ξέφυγαν απ’ τους δρόμους εκείνους που’ξερα σαν άνθρωπος.
Τα τραβά κάτι το απόκοσμο ίσως και εξωκοσμικό.
Μα μήπως εν τέλει είναι ενδόμυχη αναπόληση και φόβος της ψυχής;
Δεν χρειάζεται πλέον η αναζήτηση.
Φέρνει κάτι σημεία η τύχη που δεν τα περιμένεις,
σημεία που’ναι αιωνιότητα, που’ναι το μηδέν,
που είναι ένας παλμός και μία κίνηση.
Ξαφνικά και τελικά αποφασίζω την περιπλάνησή μου.
Το βουνό με τις ιδέες που μάχονται, λένε πως φαίνεται.
Φαίνεται, μα δεν με νοιάζει.
Φαίνεται, μα δεν χρειάζεται να το δω.
Φαίνεται, μα δεν θέλω να το δω.
Φαίνεται, αλλά το διώχνω από μπρός μου.
Το σβήνω, το ξεχνώ, τα διαγράφω.
Σταθμίζω τα βήματά μου.
Όχι για να διαλέξω, αλλά για να ακολουθήσω τον δρόμο που χάραξα.
Ένα δρόμο που με φέρνει στο εκεί, στο πάνω, στο μπρός…
Πέπλο ομίχλης βλέπω που και που
και εκείνο το γνωστό άρωμα που θυμίζει ανατολή μυρίζω.
Άσπρες, ιώδεις και κοκκινωπές νιφάδες χορεύουν τριγύρω μου
μα εγώ μπορώ ακόμα να περπατώ αμάγευτος.
Όχι, δεν περπατώ πλέον.
Τα βήματα χάσανε το νοήμά τους.
Φαίνονται πλέον σαν αργόσυρτοι δρασκελισμοί ή καλλίτερα σαν πέταγνα του χορευτή της νύχτας.
Όπως και νάναι κάτι στο βάθος με καλεί.
Καλεί και εγώ σίγουρα θέλω ν’ ακούσω το πρόσταγμά του.
Απάντηση
Δίνω μιά λύση -ένα είδος απόκρισης- σ’ αυτούς που με ακολουθούν,
σε αυτούς που γίναμε συνοδοιπόροι.
Κάλεσμα
Ήρωες, ήρωες μες τα πάθη
τριγυρνάτ’ ελάτ’ στα βάθη
της καρδιάς μου το ποτό
και του ήλιου το νερό να πιείτε.
Γυρίστε στην ημέρα
στου ήλιου την λαμπράδα
δείτε τις ψυχές μας
αιώνια σας ζητάνε
πεθαίνουν και πονάνε-λυγάνε.
Σαν τι να θες εσύ
σαν τι να θέλω εγώ;
Γιατί εκείνος ο καϋμός να μας μισεί
γιατί εκείνη η χαραυγή ν’ αργεί
γιατί, γιατί, πες μου γιατί.
Στείλτε μας πίσω την χαρά,
του πόνου φέρτε την γιατρειά,
τ’ ανθρώπου, ναι, τον λυτρωμό
και της της ψυχής μας
και της ψυχής μας τον Θεό.
FanisXouryas
– Σημείωση/Στοιχεία για την φωτό που κοσμεί την παρούσα ανάρτηση –
Πηγή φωτό: https://unsplash.com/@bodhiz?photo=QhYB_g_7C5I – Photographer: Jonathan Adeline (https://unsplash.com/@bodhiz)